Μετάβαση στο περιεχόμενο

mimic

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας mimic
γ΄ ενικό ενεστώτα mimics
αόριστος mimicked
παθητική μετοχή mimicked
ενεργητική μετοχή mimicking

mimic (en)