minaco
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | minaco | minacoj |
αιτιατική | minacon | minacojn |
minaco (eo)
- η απειλή
- minaco de morto - απειλή θανάτου