minerai

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
minerai < minerois < mine

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /min.ʁɛ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
minerai minerais

minerai (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]