Μετάβαση στο περιεχόμενο

mineral

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
mineral minerals

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mineral (en)

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]