mioche

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

mioche < mie + -oche

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
mioche mioches

mioche (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη enfant