mioche
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mioche | mioches |
mioche (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη enfant