miror

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

miror < mirus < πρωτοϊταλική *smeiros < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *sméy(h₂)ros (γέλιο, χαμόγελο) < *(s)meyh₂- ‎(γελώ, χαίρομαι)

Ρήμα[επεξεργασία]

miror (la) (αποθετικό ρήμα) (mīror1, mīrātus sum, mīrārī)

Κλίση[επεξεργασία]