missing person

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
missing person missing persons

Ετυμολογία [επεξεργασία]

missing person < → δείτε τις λέξεις missing και person. (μαρτυρείται από το 1820)[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˌmɪs.ɪŋ ˈpɜː.sən/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˌmɪs.ɪŋ ˈpɝː.sən/ (ΗΠΑ)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

missing person (en)

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. missing - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)

Πηγές[επεξεργασία]