moût
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
moût | moûts |
moût (fr) αρσενικό
- ο μούστος
ενικός | πληθυντικός |
moût | moûts |
moût (fr) αρσενικό