mod con
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Συντομομορφή - Ουσιαστικό[επεξεργασία]
modern convenience
συχνά στον πληθυντικό: mod cons (en) σύγχρονες ανέσεις (συσκευές, τεχνολογία κτλ.)
modern convenience
συχνά στον πληθυντικό: mod cons (en) σύγχρονες ανέσεις (συσκευές, τεχνολογία κτλ.)