modal

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

modal (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό modal modaux
θηλυκό modale modales

Ετυμολογία [επεξεργασία]

modal < μεσαιωνική λατινική modalis

Επίθετο[επεξεργασία]

modal (fr)

Πηγές[επεξεργασία]