Μετάβαση στο περιεχόμενο

moderniste

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
moderniste < modernisme

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
moderniste modernistes

moderniste (fr) αρσενικό ή θηλυκό