modus operandi
Εμφάνιση
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- modus operandi < λατινική modus operandi < modus + operandi (< operandus, γερουνδιακό του ρήματος opero < opus)
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]modus operandi
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον χαρακτηριστικό τρόπο με τον οποίο κάποιος συνήθως ενεργεί ή λειτουργεί, ειδικά σε επαναλαμβανόμενες καταστάσεις. Συχνά απαντάται στη νομική και εγκληματολογική ορολογία για να υποδείξει τον συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο ένας εγκληματίας διαπράττει τα εγκλήματά του.