moonshine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
moonshine (en)
- (κυριολεκτικά) το φεγγαρόφωτο
- (αργκό) δυνατό αλκοολούχο ποτό (ιδίως ουίσκι) το οποίο συνήθως έχει παραχθεί παράνομα
- λόγια χωρίς νόημα, ανοησίες, κουταμάρες, κουτόλογα