Μετάβαση στο περιεχόμενο

motherboard

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
motherboard < mother (μητέρα) + board (σανίδα)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

motherboard (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • motherboard στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. (αγγλικά) Motherboard overview. Πρόσβαση 2021-05-06.