motocyclette
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- motocyclette < motocycle, κατά το bicyclette
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
motocyclette | motocyclettes |
motocyclette (fr) θηλυκό