mouche
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
mouche | mouches |
mouche (fr)
- (έντομο) η μύγα
- (κομμωτική) μικρό μούσι
- → δείτε και τις λέξεις barbichette και barbe à l'impériale
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↷ νέα ελληνικά: μούσι