multifaceted

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία en[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

/mʌltɪˈfasɪtɪd/

Επίθετο[επεξεργασία]

multifaceted (en)

  1. (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πολύπλευρος
  2. πολυποίκιλος

Συνώνυμα[επεξεργασία]