multifaceted
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία en[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/mʌltɪˈfasɪtɪd/
Επίθετο[επεξεργασία]
multifaceted (en)
- (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πολύπλευρος
- πολυποίκιλος