munus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- munus < munis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *mei (αλλαγή, ανταλλαγή)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]munus ουδέτερο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | munus | muneră |
γενική | muneris | munerum |
δοτική | munerī | munerĭbus |
αιτιατική | munus | muneră |
κλητική | munus | muneră |
αφαιρετική | munere | munerĭbus |