muzikinstrumento
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- muzikinstrumento < muzik- + instrument- + -o
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | muzikinstrumento | muzikinstrumentoj |
αιτιατική | muzikinstrumenton | muzikinstrumentojn |
muzikinstrumento (eo)