n'en avoir rien à faire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

n'en avoir rien à faire → δείτε τις λέξεις ne, en, avoir, à και faire

Ρηματική έκφραση[επεξεργασία]

n'en avoir rien à faire (fr)