nécrose
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
nécrose | nécroses |
nécrose (fr) θηλυκό
- η νέκρωση
ενικός | πληθυντικός |
nécrose | nécroses |
nécrose (fr) θηλυκό