négociatrice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- négociatrice θηλυκό του négociateur
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
négociatrice | négociatrices |
négociatrice (fr) θηλυκό