nördlich
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
nördlich (de)
Επίρρημα[επεξεργασία]
nördlich (de) (+ γεν)
- (στα) βόρεια
[επεξεργασία]
- der Norden