n’importe quoi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

n’importe quoi < ne, importer, quoi

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /n‿ɛ̃.pɔʁ.t(ə) kwa/

Αντωνυμία[επεξεργασία]

n’importe quoi (fr)

  • λέγεται για ένα αντικείμενο ή μια ιδέα για το οποίο (οποία) δεν χρειάζεται να είμαστε ακριβείς· οτιδήποτε, ό,τι να 'ναι
Je ne peux pas laisser dire n'importe quoi sans réagir. - Δεν μπορώ να αφήσω να λένε ό,τι να 'ναι χωρίς να αντιδράσω.

Παράγωγα[επεξεργασία]

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

n’importe quoi (fr)

  1. αποθήκη, τσάντα ή οτιδήποτε άλλο όπου βάζουμε πράγματα γιατί δεν μπορούμε να τα κατατάξουμε αλλού
    Cette catégorie, c'est du grand n’importe quoi… - Αυτή η κατηγορία χρησιμεύει για ό,τι να 'ναι, για οτιδήποτε
     συνώνυμα: fourre-tout
  2. κάτι που δεν εννοεί τίποτα, που είναι παράλογο, ασήμαντο
    dÉsencyclopédie, c'est le repaire du n'importe quoi.
     συνώνυμα: absurde, futile, incongru

Δείτε επίσης[επεξεργασία]