naiva
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- naiva < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | naiva | naivaj |
αιτιατική | naivan | naivajn |
naiva (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | naiva | naivaj |
αιτιατική | naivan | naivajn |
naiva (eo)