narcissique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

narcissique < → δείτε τη λέξη Narcisse

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /naʁ.si.sik/

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
narcissique narcissiques

narcissique (fr) αρσενικό ή θηλυκό