nard
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]nard (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
nard | nards |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]nard (fr) αρσενικό
nard (en)
ενικός | πληθυντικός |
nard | nards |
nard (fr) αρσενικό