Μετάβαση στο περιεχόμενο

nard

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

nard (en)



      ενικός         πληθυντικός  
nard nards

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

nard (fr) αρσενικό