Μετάβαση στο περιεχόμενο

nationalisme

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
nationalisme nationalismes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

nationalisme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

nationalisme (nl)