natrikso
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | natrikso | natriksoj |
αιτιατική | natrikson | natriksojn |
natrikso (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | natrikso | natriksoj |
αιτιατική | natrikson | natriksojn |
natrikso (eo)