neŭtrala
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- neŭtrala < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neŭtrala | neŭtralaj |
αιτιατική | neŭtralan | neŭtralajn |
neŭtrala (eo)