newfie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
newfie newfies

Επίθετο[επεξεργασία]

newfie (fr) αρσενικό ή θηλυκό