nitpicking
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
nitpicking (en)
- Ουσιαστικό: ξεψείρισμα (βλ. ξεψειρίζω)
- (μεταφορικά) ξεψειρίζω ψάχνοντας για λάθη
Επίθετο[επεξεργασία]
nitpicking (en)