noces
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- noces, πληθυντικός του noce
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
noces (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- ο γάμος