noisy

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός noisy
συγκριτικός noisier
υπερθετικός noisiest

Ετυμολογία [επεξεργασία]

noisy < noise + -y

Επίθετο[επεξεργασία]

noisy (en)

  1. θορυβώδης, που προκαλεί θόρυβο
    noisy children/games - θορυβώδη παιδιά/παιχνίδια
  2. θορυβώδης, που έχει θόρυβο
    noisy streets - θορυβώδεις δρόμοι

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]