nordicité

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

nordicité < nord

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
nordicité nordicités

nordicité (fr) θηλυκό