Μετάβαση στο περιεχόμενο

nought

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

nought (en) (πλη. noughts)


nought (en)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

nought (en)

  • με τίποτα