nullité
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
nullité | nullités |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]nullité (fr) θηλυκό
- η μηδαμινότητα,το μηδενικό
- η ακυρότητα
- η ασχετοσύνη
ενικός | πληθυντικός |
nullité | nullités |
nullité (fr) θηλυκό