nursing home

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: nursing, home

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

nursing home (en)

  • κέντρο φροντίδας (διαμονής, διατροφής και περίθαλψης), συνήθως ηλικιωμένων αλλά και άλλων ομάδων (το κάθε κέντρο συνήθως ειδικεύεται)