obligatoire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
obligatoire obligatoires

obligatoire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη obliger