obstrukc-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- obstrukc- < γαλλική, αγγλική obstruction, πολωνική obstrukcya
Ρίζα[επεξεργασία]
obstrukc- (eo)
- ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: εμπόδιο