occasional

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

occasional < occasion + -al

Επίθετο[επεξεργασία]

occasional (en) (χωρίς παραθετικά)

Συγγενικά[επεξεργασία]