oftentimes
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
oftentimes (en) (χωρίς παραθετικά)
- (κυρίως αμερικανικό) συχνά, πολύ
oftentimes (en) (χωρίς παραθετικά)