ombrello
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ombrello < παραλλαγή του ombrella
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ombrello | ombrelli |
ombrello (it)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ombrello | ombrelli |
ombrello (it)