on board
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
on board (en)
- επιβιβασμένος, έχοντας επιβιβαστεί
- εργαζόμενος κάπου
- σύμφωνος, της ίδιας άποψης-γνώμης-ομάδας κτλ.