or else
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Σύνδεσμος[επεξεργασία]
or else (en)
- διαφορετικά, σε διαφορετική περίπτωση, αλλιώς
Έκφραση[επεξεργασία]
or else (en)
- λέγεται (συνήθως στο τέλος μιας πρότασης) ως απειλή μετά από εντολή
- You'd better get into bed and turn off the light right now, or else!
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 33. ISBN 9780194325684., λήμμα: αλλιώς