oranĝ-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- oranĝ- < γαλλική, αγγλική orange
Ρίζα[επεξεργασία]
oranĝ- (eo)
- ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: πορτοκάλι