originate
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
originate (en)
χρήση προθέσεων[επεξεργασία]
συνηθέστερο, λογιότερο: originate in*
σε μη συσχετισμένη δήλωση χρησιμοποιούμε in, όταν αναφέρονται σαφώς τα συσχετισμένα στοιχεία χρησιμοποιούμε και from
στα σχήματα: originate as και originate at τα as και at υπάγονται στην επόμενο τμήμα της φράσης και όχι στο ρήμα
(at για χρονικές στιγμές και τοποθεσίες)