Μετάβαση στο περιεχόμενο

ornate

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός ornate
συγκριτικός more ornate
υπερθετικός most ornate

Επίθετο

[επεξεργασία]

ornate (en)

  1. διακοσμητικός
      ornate keys - διακοσμητικά κλειδιά
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη decorative