ornate
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | ornate |
συγκριτικός | more ornate |
υπερθετικός | most ornate |
Επίθετο
[επεξεργασία]ornate (en)
- διακοσμητικός
- ⮡ ornate keys - διακοσμητικά κλειδιά
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη decorative