orphelin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orphelin | orphelins |
θηλυκό | orpheline | orphelines |
orphelin (fr)
- o ορφανός
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orphelin | orphelins |
θηλυκό | orpheline | orphelines |
orphelin (fr)