pailleux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pailleux | pailleux |
θηλυκό | pailleuse | pailleuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
pailleux (fr)
- που περιέχει άχυρο
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pailleux | pailleux |
θηλυκό | pailleuse | pailleuses |
pailleux (fr)